Ορθογραφία

Λέξεις που διατηρούν το τελικό -ν
στην αιτιατική του ενικού

Το αρσενικό οριστικό άρθρο: τον, στον Τον ήπιες τον καφέ σου;
Ο αδύνατος τύπος της προσωπικής αντωνυμίας αρσενικού γένους: τον Τον βλέπεις;
Το αρσενικό αόριστο άρθρο: έναν Θέλει να παντρευτεί με έναν πλούσιο.
Το αρσενικό αριθμητικό επίθετο: έναν Στην ομάδα μας έχουμε έναν ψηλό και τέσσερις κοντούς.
Το αρνητικό μόριο: δεν (συνήθως) Δεν σε είδα στο θέατρο.
Το παρομοιαστικό μόριο: σαν (συνήθως) Μπήκε στο σπίτι σαν ταύρος σε υαλοπωλείο.
Τα αρσενικά κύρια ονόματα Είδα τον Σπύρο.

Το τελικό -ν διατηρείται ή αποβάλλεται

Παραδείγματα
:

Την κοίταξε από την κορφή μέχρι τα νύχια.
Την πούλησες τη μηχανή που είχες;
Για να αγοράσει μετοχές πήρε δάνειο από την τράπεζα.
Όλοι την ξέρουν την πλατεία Συντάγματος.
Την ψήφισαν όλες οι γυναίκες.
Την άκουγα να μιλά στο τηλέφωνο δύο ώρες.
Οι ηλεκτρονικοί υπολογιστές κατάργησαν τη γραφομηχανή.
Πρέπει να αντισταθείς στη χειραγώγηση των Μέσων Μαζικής Ενημέρωσης.
Πρόσεχε αυτή τη γυναίκα.
Δεν συμφωνώ με τη νοοτροπία σου.
Παρασύρθηκε από τη ροή των γεγονότων.
Για να μην ξεχνάμε!


Κάποτε, ο μπαμπάς με την νταντά κάθονταν στο γκαράζ
και ξέχασαν να ψήσουν τα τσουρέκια,
επειδή άκουγαν τζαζ.
Όταν η προηγούμενη λέξη είναι: αυτή(ν), μη(ν), μια(ν), στη(ν), τη(ν)
και η επόμενη λέξη αρχίζει από: φωνήεν ή π, τ, κ, μπ, ντ, γκ, ζ, ξ, ψ, τσ, τζ

οι λέξεις διατηρούν το τελικό -ν.

Αν όμως η επόμενη λέξη αρχίζει από οποιοδήποτε άλλο σύμφωνο,
οι λέξεις αποβάλλουν το τελικό -ν.

Το τελικό -ν στο αρνητικό μόριο μη (μην)

 
Το αρνητικό μόριο μην διατηρεί το τελικό -ν,
όταν ακολουθεί ρήμα ή προσωπική αντωνυμία που αρχίζει με:
φωνήεν ή π, τ, κ, μπ, ντ, γκ, ζ, ξ, ψ, τσ, τζ
    • Μην τον ακούς (προσ. αντωνυμία).
    • Μην ανοίγεις το παράθυρο (ρήμα).
Το αρνητικό μόριο μη αποβάλλει το τελικό -ν
όταν ακολουθεί ρήμα ή προσωπική αντωνυμία που αρχίζει από οποιοδήποτε άλλο σύμφωνο
    • Μη μιλάς μαζί του (ρήμα).
    •  Μη φεύγεις (ρήμα).
Το αρνητικό μόριο μη αποβάλλει το τελικό -ν
όταν ακολουθεί οποιοδήποτε άλλο μέρος του λόγου ή σημείο στίξης
    • Μη!
    • Η μη ορθολογική διαχείριση.

Τα λλ του ρήματος "βάλλω"

Ποιόν ενέργειας ή
άποψη
  Ρηματικοί χρόνοι
Εξακολουθητικό
Παρατατικός
επέβαλλα

Ενεστώτας
επιβάλλω

Μέλλοντας
θα επιβάλλω
Συνοπτικό ή
στιγμιαίο
Αόριστος
επέβαλα
Μέλλοντας
θα επιβάλω
Συντελεσμένο
Υπερσυντέλικος
είχα επιβάλει

Παρακείμενος
έχω επιβάλει

Μέλλοντας
θα έχω επιβάλει
Προεκλογική εκστρατεία στην Ελλάδα!


Προεκλογική εκστρατεία στην Ελλάδα. Φανταστείτε τώρα τον υποψήφιο πρωθυπουργό στην τηλεόραση να υπόσχεται ότι, αν εκλεγεί, δεν θα επιβάλει φόρους.

Μερικοί τον πιστεύουν, πολλοί το σκέφτονται και ακόμη περισσότεροι τον ψηφίζουν. Αποτέλεσμα: δυο μήνες μετά τις εκλογές, η κυβέρνηση ανακοινώνει ότι θα επιβληθούν νέοι φόροι.

Αρχίζουν διαδηλώσεις, διαμαρτυρίες, φωνές... Οπότε αναγκάζεται ο πρωθυπουργός να κάνει δηλώσεις. «Δεν είπα ότι δεν θα επιβάλλουμε φόρους. Είπα ότι δεν θα επιβάλουμε φόρους. Νομίζω ότι ήμουν σαφής».


Το δίδαγμα από αυτή τη μικρή ιστορία είναι ότι η ορθογραφία των ρημάτων που έχουν ως δεύτερο συνθετικό τα ρήματα +βάλλω: π.χ. υποβάλλω, +στέλλω: π,χ. αποστέλλω, +αγγέλω: π.χ. αναγγέλω επηρεάζεται από τον χρόνο, αλλά κυρίως από το ποιόν ενέργειας ή την άποψη (την οπτική γωνία) από την οποία αντιμετωπίζεται η ενέργεια που συμβολίζουν.

Η ορθογραφία του ρήματος "βάλλω"
εξαρτάται από το ποιόν ενέργειας

Απλός μνημονικός κανόνας για τα δύο λλ

Αντικαταθιστούμε το ρήμα +βάλλω με ένα ρήμα που λήγει σε -ώνω. Για παράδειγμα: "πληρώνω".

Αν το νόημα της πρότασης που γράφουμε δικαιολογεί τη διατήρηση του στο ρήμα "πληρώνω" (π.χ. ...να πληρώνει...), γράφουμε το ρήμα βάλλω με δύο λλ.

Αν το νόημα της πρότασης δικαιολογεί την τροπή του σε στο ρήμα "πληρώνω" (να πληρώσει), γράφουμε το ρήμα βάλω με ένα λ.

Τα ρήματα σε -ίζω




Τα περισσότερα ρήματα σε -ίζω γράφονται με -ι-:

αγγίζω
αδυνατίζω
αντικρίζω
βομβαρδίζω
γεμίζω
εκνευρίζω
ζαλίζω
θεσπίζω
καθαρίζω
λικνίζω
μαστίζω
ορίζω
σταθμίζω
... και άλλα πολλά

Εξαιρούνται μόνο 14 ρήματα:



1.   αθροίζω < αθρόος
2.   αναβρύζω αναβλύζω < βρύω, βρύση
3.   γογγύζω
4.   δακρύζω < δάκρυ
5.   δανείζω < δάνειο
6.   κατακλύζω < κλύζω, κλυδωνίζω
7.  κελαρύζω
8.   μπήζω
9.  ολολύζω = θρηνώ γοερά
10. πήζω 
11. πρήζω
12. σφύζω < σφυγμός, σφύξη (οι σφύξεις της καρδιάς)
σφίγγω
13. υποτονθορύζω = μουρμουρίζω
14. χρήζει <  χρήζω
M
M